Στην 4η συνάντηση εμπνευστήκαμε τις δικές μας ιστορίες από φωτογραφίες
Ιστορίες μια Δρυίδας
Η Δανάη δεν είχε έρθει σήμερα.Αλλά είχαν μόλις φτάσει τα δύο παιδιά της. Είχαν μαζί τους ένα εργαλείο, σαν αυτό που χρησιμοποιούσαν για να κόψουν το ψηλά κλαδιά μου, αλλά μεγαλύτερο. Χαμογέλασα.Ήταν η ώρα να φύγω, να πετάξω ελεύθερη. Και καθώς έκλεισα τα μάτια μου, περιμένοντας να πέσω, θυμήθηκα...
Με φύτευσε ο Μπαμπάς τη μέρα που γεννήθηκε η Δανάη.Θυμάμαι το, τότε, απαλό χώμα που με τύλιγε και το γλυκό νερό που με τάιζε. Ο Ήλιος έλαμπε λες και γιόρταζε την ευλογημένη εκείνη μέρα. Μετά από λίγες ώρες έφερε, η Μαμά, την Δανάη. Εκείνη γελούσε και έκανα το ίδιο.
Χρόνια πέρασαν και με επισκεπτόταν κάθε μέρα. Κάποια στιγμή, όταν πια με επισκεπτόταν μόνη της, ρώτησε - εμένα, τον Ήλιο δεν ξέρω - γιατί έδειχνα τόσο περίεργη σε σχέση με τα άλλα δέντρα. Στενοχωρήθηκα. Δεν ήμουν περίεργη. Μακάρι να μπορούσα να της το πω. Να ήμουν σαν εκείνη.
Χρόνια πέρασαν και με επισκεπτόταν κάθε μέρα. Όταν ήταν να παντρευτεί, κάναν γλέντι μπροστά μου. Ήμουν χάλια. Γιατί η Δανάη δεν μου μιλούσε; Ο καλός ο Αγέρας άκουσε τα παράπονα μου και ήρθε. Μου ψιθύρισε στο αυτί ένα μικρό μυστικό. Κάποια στιγμή θα πέσουν όλα τα κλαδιά μου και τότε θα μπορέσω να μιλήσω στη Δανάη.
Τώρα εδώ ήρθαν τα παιδιά της και θα με έριχναν. Ήταν κλαμένα, όπως η Δανάη όταν χάλασε ο γάμος της. “Η μαμά έφυγε.”, μου είπαν. “Τι εννοείτε;” ήθελα να απαντήσω. Τότε έπεσαν όλα τα κλαδιά μου με τον χοντρό κορμό μου και κατάλαβα. Η Δανάη είχε φύγει, όπως και εγώ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου