Στην 4η συνάντηση εμπνευστήκαμε τις δικές μας ιστορίες από φωτογραφίες Ιστορίες μια Δρυίδας Η Δανάη δεν είχε έρθει σήμερα.Αλλά είχαν μόλις φτάσει τα δύο παιδιά της. Είχαν μαζί τους ένα εργαλείο, σαν αυτό που χρησιμοποιούσαν για να κόψουν το ψηλά κλαδιά μου, αλλά μεγαλύτερο. Χαμογέλασα.Ήταν η ώρα να φύγω, να πετάξω ελεύθερη. Και καθώς έκλεισα τα μάτια μου, περιμένοντας να πέσω, θυμήθηκα... Με φύτευσε ο Μπαμπάς τη μέρα που γεννήθηκε η Δανάη.Θυμάμαι το, τότε, απαλό χώμα που με τύλιγε και το γλυκό νερό που με τάιζε. Ο Ήλιος έλαμπε λες και γιόρταζε την ευλογημένη εκείνη μέρα. Μετά από λίγες ώρες έφερε, η Μαμά, την Δανάη. Εκείνη γελούσε και έκανα το ίδιο. Χρόνια πέρασαν και με επισκεπτόταν κάθε μέρα. Κάποια στιγμή, όταν πια με επισκεπτόταν μόνη της, ρώτησε - εμένα, τον Ήλιο δεν ξέρω - γιατί έδειχνα τόσο περίεργη σε σχέση με τα άλλα δέντρα. Στενοχωρήθηκα. Δεν ήμουν περίεργη. Μακάρι να μπορούσα να της το πω. Να ήμουν σαν εκείνη. Χρόνια πέρασαν και με επισκεπτόταν κάθε μέρα. Ό
Αναρτήσεις
Προβολή αναρτήσεων από Οκτώβριος, 2024
- Λήψη συνδέσμου
- Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
- Άλλες εφαρμογές
Στην τρίτη μας συνάντηση φτιάξαμε tapestry poems όπως το παρακάτω: Ο Ήχος της Θάλασσας Πόσο εκκωφαντικός ο ήχος της θάλασσας ακούγεται, εδώ που κάθομαι πάνω από κάθε ανθρώπινη σιωπή, ενώ τα κύματα της με οργή σκάνε πάνω στα βράχια και βίαια τα αγκαλιάζουν αφήνοντας τους σημάδια, αλλά ήρεμα στο βιβλίο μου πέφτουν και βλέπω τους χαρακτήρες να ξυπνούν και ό,τι θες στο βάθος του ωκεανού να συζητούν. Πόσο γήινος ο ήχος της θάλασσας, φτιαγμένος από το τραγούδι των μαργαριταριών που ζωγραφίζουν το φεγγάρι και που καλύπτεται τόσο άθελα από αυτών των καραβιών, που σχίζουν την θάλασσα στα δύο, ενώ οι αφροί γελούν με τα παιχνίδια που παίζει το χρυσοκέντητο φως. Πόσο γλυκός ο ήχος της θάλασσας, θόρυβος ανύπαρκτος, καθώς τα κύματα της διαγράφονται στον ορίζοντα, ενώ εγώ κάθομαι στην ακρογιαλιά πάνω από κάθε μοναξιά.